Διανύουμε μια δύσκολη επιδημιολογικά περίοδο, κρίσιμη ως προς την πορεία της πανδημίας, καθώς ο χειμώνας θα ευνοήσει την εξάπλωση του κορονοϊού, ενώ παράλληλα παρατηρείται έκρηξη της νοσηρότητας που αφορά σε κοινές ιώσεις του αναπνευστικού και όχι μόνο. Η χειμερινή ίωση που αναμένεται να μας προβληματίσει περισσότερο είναι η γρίπη! Ας μην ξεχνάμε πως πριν από 100 περίπου χρόνια, το 1918, εμφανίστηκε η πρώτη μεγάλη πανδημία του 20ου αιώνα και ήταν τόσο φονική, που εξόντωσε πάνω από είκοσι εκατομμύρια ανθρώπους παγκοσμίως. Η ισπανική γρίπη…
Η γρίπη εμφανίζεται στα τέλη του Νοεμβρίου και διαρκεί τουλάχιστον 4 μήνες, έως τον Απρίλιο, με κορύφωση τους μήνες Ιανουάριο, Φεβρουάριο και Μάρτιο. Υπολογίζεται ότι κάθε χρόνο, πεθαίνουν παγκοσμίως από γρίπη 250.000 έως 500.000 άνθρωποι κάθε ηλικίας, κυρίως άνω των 65 ετών, ενώ από γρίπη προσβάλλεται ετησίως το 20-40% του παιδικού πληθυσμού. Στην Ευρώπη, κατατάσσεται στην πρώτη θέση μεταξύ 31 λοιμωδών νοσημάτων για τις επιπτώσεις της στην υγεία του γενικού πληθυσμού.
Με τις εργαστηριακές δυνατότητες ανίχνευσης και ταυτοποίησης του ιού τα τελευταία χρόνια, έχουμε σαφέστερη εικόνα των ποσοστών της εξάπλωσής της και της επιδημιολογικής της εικόνας. Τα  γνωστά και συνήθη συμπτώματα είναι: υψηλός πυρετός, κακουχία, βήχας, καταρροή, πονόλαιμος, κοιλιακό άλγος, διάρροιες. Μπορεί, όμως, να προκαλέσει και σοβαρή λοίμωξη του αναπνευστικού (πνευμονία), μα και επιπλοκές στο νευρικό σύστημα (σπασμούς), καρδιολογικές επιπλοκές (μυοκαρδίτιδα, περικαρδίτιδα), μυοσιτίδα (μυϊκή επιπλοκή με πόνο και αδυναμία στη βάδιση), αιματολογικές επιπλοκές κ.ά. Γενικά, η γρίπη ταλαιπωρεί τους ασθενείς, ιδιαίτερα τα μικρά παιδιά και τους ηλικιωμένους, αλλά διαδράμει κατά κανόνα στους υγιείς και χωρίς βεβαρημένο ιστορικό ασθενείς χωρίς να θέσει την υγεία τους σε κίνδυνο.

Είναι όμως πάντα έτσι;
Μια από τις χαρακτηριστικές ιδιότητες της γρίπης είναι ότι πλήττει το ανοσοποιητικό σύστημα. Χαρακτηριστικά, «καταναλώνει» τα λευκά αιμοσφαίρια στο αίμα, από τα οποία παράγονται αντισώματα και αντιμικροβιακοί παράγοντες. Ο χρόνος που απαιτείται για να επαναφέρει ο οργανισμός τα λευκά του αιμοσφαίρια και αυτά να είναι ώριμα και λειτουργικά μπορεί να ξεπεράσει τη μια εβδομάδα, ενώ η περίοδος που το ανοσοποιητικό είναι ευάλωτο μπορεί να διαρκέσει περισσότερο. Μια χαρακτηριστική τέτοια εξέλιξη είναι η μικροβιακή λοίμωξη του κατωτέρου αναπνευστικού, όπως η πνευμονία, που μπορεί να εμφανιστεί αρκετές μέρες μετά τη λοίμωξη με γρίπη.
Στον παιδικό πληθυσμό, εξαιτίας της συσσωρευμένης  εξασθένησης που προκαλεί η γρίπη, τους μήνες Φεβρουάριο και Μάρτιο αναπτύσσονται μεγάλα επιδημικά κύματα με άλλες λοιμώξεις, όπως ο στρεπτόκοκκος, οι εντεροϊοί, ο ιός Κοξάκι, γαστρεντερίτιδες και άλλες ομάδες ιών, που σε άλλες περιόδους δεν συμπεριφέρονται τόσο «επιθετικά», όπως την εποχή της παράλληλης επέλασης της γρίπης! Φυσικά, δεν χρειάζεται να αναφέρουμε ποια εξέλιξη θα μπορούσε να έχει η νόσηση πριν ή έπειτα από μόλυνση με κορονοϊό ή –ακόμη χειρότερα– η συννόσηση.
Σε ό,τι αφορά τα μικρά παιδιά, η μη παραμονή στο σπίτι μέχρι να αναρρώσουν πλήρως και να νιώσουν καλά και η πρόωρη επιστροφή στον παιδικό σταθμό ή στο σχολείο είναι συνήθως καθοριστική για τη μετέπειτα κατάσταση της υγείας τους και για ακόλουθες προσβολές από άλλες λοιμώξεις, από τις οποίες ενδεχομένως να νοσήσουν βαρύτερα. Σε μερικά παιδιά, η επαναφορά του ανοσοποιητικού στην αρχική καλή κατάσταση  μπορεί να απαιτεί διάστημα μεγαλύτερο των δυο εβδομάδων! Φυσικά, εκτός από τις σοβαρές επιπλοκές που μπορεί να προκύψουν, η γρίπη καθηλώνει και απομακρύνει τα παιδιά και οικογένειες τους από τις καθημερινές τους δραστηριότητες (απώλεια σχολικών ωρών, απουσία από την εργασία κ.λπ.)

Οι συστάσεις για εμβολιασμό
Σχετικά με τις συστάσεις και την αναγκαιότητα εμβολιασμού κατά της γρίπης ακολουθούνται διαφορετικές οδηγίες σε κάθε χώρα. Στις ΗΠΑ, συστήνεται καθολικός εμβολιασμός του γενικού πληθυσμού με την Αμερικανική Παιδιατρική Εταιρεία να επιμένει ιδιαίτερα στη σύσταση για εμβολιασμό των παιδιών όλων των ηλικιών! Η ίδια οδηγία για καθολικό εμβολιασμό κάθε ηλικίας στον γενικό πληθυσμό, και όχι μόνο στις ομάδες υψηλού κίνδυνου, ισχύει σε έξι ευρωπαϊκές χώρες, όπως στο Ηνωμένο Βασίλειο και στην Αυστρία. Όλοι, όμως, οι Φορείς και τα Κέντρα Πρόληψης Λοιμωδών Νοσημάτων σε ΗΠΑ και Ευρώπη, όπως και στην Ελλάδα, που κάθε χρόνο συστήνει τον εμβολιασμό στην έναρξη της χειμερινής περιόδου, συμφωνούν στο εξής σχετικά με τον εμβολιασμό των παιδιών: Ο αντιγριπικός εμβολιασμός, αν και δεν ανήκει στους «υποχρεωτικούς», θα πρέπει να διενεργείται, τουλάχιστον  στις ομάδες υψηλού κινδύνου.


Οι απόλυτες ενδείξεις εμβολιασμού για τα παιδιά και οι ομάδες υψηλού κινδύνου

Η παιδιατρική ιατρική κοινότητα, θεωρώντας ότι ο εμβολιασμός της γρίπης είναι απλός και ασφαλής, επιμένει ιδιαίτερα στην ανάγκη εμβολιασμού:
– Σε όλα τα παιδιά ανεξαρτήτως ηλικίας που έχουν ευπάθεια  στις λοιμώξεις ή χρόνια νοσήματα του αναπνευστικού.
– Σε όλα τα παιδιά έως 5 ετών ανεξαρτήτως κατάστασης ιστορικού υγείας, ιδιαίτερα σε αυτά που φοιτούν σε βρεφονηπιακούς σταθμούς για πρώτη χρονιά.
– Στα παιδιά που πάσχουν από χρόνια νοσήματα, νεφροπάθειες, αυτοάνοσα νοσήματα, αιματολογικά νοσήματα, καρδιοπάθειες κ.λπ.
– Στα παχύσαρκα παιδιά, καθώς θεωρούνται ιδιαίτερα υψηλού κίνδυνου για να νοσήσουν βαριά και να υποστούν επιπλοκές.
– Σε όλους τους ενήλικους που φροντίζουν βρέφη κάτω των 6 μηνών, συμπεριλαμβανομένων των εγκύων και του προσωπικού των βρεφονηπιακών σταθμών.
– Στο προσωπικό όλων των υγειονομικών σταθμών που παρέχουν υγειονομική φροντίδα σε παιδιά.
Ο εμβολιασμός διενεργείται από την ηλικία των 6 μηνών και ξεκινά στις αρχές Οκτωβρίου. Για τα παιδιά που θα εμβολιαστούν για πρώτη φορά και είναι έως 9 ετών χρειάζεται επαναληπτικός εμβολιασμός με μεσοδιάστημα ενός ή δυο μηνών το πολύ!

Από όλα τα παραπάνω καταλήγει κάνεις στα έξης συμπεράσματα:

  • Η πρόληψη για την αποφυγή της νόσησης από μια σοβαρή και ενίοτε επικίνδυνη ίωση, όπως η γρίπη, είναι ο εμβολιασμός.
  • Ο εμβολιασμός είναι επιβεβλημένος στις ευπαθείς ομάδες και επιθυμητός στον γενικό πληθυσμό.
  • Η πρόληψη σε κάθε ηλικία περιλαμβάνει μέτρα μη διασποράς της νόσου, δηλαδή μέτρα υγιεινής και περιορισμό του ασθενούς στο σπίτι μέχρι να αναρρώσει πλήρως. Έτσι, προστατεύει τόσο τον εαυτό του όσο και τους γύρω του και ιδιαίτερα τις ευπαθείς και ευάλωτες ομάδες.

_________

* Το κείμενο της Παιδίατρου Άννας Παρδάλη MD, MSc δημοσιεύτηκε στο talkmag.gr