Όλο και περισσότερο τα τελευταία χρόνια γίνεται λόγος για ένα νόσημα που ενδιαφέρει και ανησυχεί, ιδιαίτερα τους γονείς, και δίνει την εντύπωση ότι έχει αυξηθεί η παρουσία του στον πληθυσμό, τον Αυτισμό. Η ενημέρωση των γονέων από πηγές όπως τα ΜΜΕ και το διαδίκτυο, αλλά και η ευαισθητοποίηση των ειδικών στην ανίχνευση του, έχουν γεννήσει αρκετό ενδιαφέρον και απορίες.
Και ενώ πριν από 20 χρόνια η συχνότητα του υπολογιζόταν στο 1 στα 10.000 άτομα, η συχνότητα του σήμερα υπολογίζεται στο 1/100 παιδιά.
Τι είναι όμως Αυτισμός;
Ο Αυτισμός, δεν είναι ένα συγκεκριμένο νόσημα που μπορεί να διαγνωστεί με κάποιο χαρακτηριστικό σύμπτωμα ή συγκεκριμένη εργαστηριακή εξέταση. Είναι ένα σύνολο διαταραχών που χαρακτηρίζεται από τη δυσκολία στην επικοινωνία, συμπεριφορά και κοινωνική αλληλεπίδραση του παιδιού.
Γι’ αυτό και ο όρος που χρησιμοποιείται διεθνώς είναι “Διαταραχές Αυτιστικού Φάσματος” με διαφορετική βαρύτητα εκδηλώσεων. Μέρος των παιδιών με Αυτισμό μπορεί να εμφανίζει νοητική υστέρηση, ενώ αλλά όπως π.χ. αυτά με συγκεκριμένη αυτιστική διαταραχή όπως το σύνδρομο Asperger (ήπια μορφή Αυτισμού με υψηλή λειτουργικότητα), μπορεί να είναι ιδιαίτερα υψηλής νοημοσύνης και να ανήκουν στα χαρισματικά παιδιά!
Η διάγνωση των αυτιστικών διαταραχών, γίνεται με βάση συγκεκριμένα κλινικά κριτήρια που περιγράφονται σε ειδικά εγχειρίδια (ονομάζονται DSM). Τα κριτήρια αυτά, έχουν αναθεωρηθεί το 1994, το 2000 και το 2014. Αυτά λοιπόν τα κριτήρια έχουν παρά πολύ διαφοροποιηθεί και στην ουσία διευρυνθεί, σε σχέση με αυτά με τα όποια πριν από 20 χρόνια ετίθετο η διάγνωση.
Αυτό είναι μια σημαντικότατη εξήγηση για την αύξηση της συχνότητας του αυτισμού! Για παράδειγμα ένα χαρισματικό παιδί με πολύ καλή επίδοση στην αποστήθιση γνώσεων, με ενδεχομένως άριστες επιδόσεις στα μαθηματικά, αλλά με μεγάλες δυσκολίες στην κοινωνική του συναναστροφή, που σήμερα ξέρουμε ότι μπορεί να είναι ήπια μορφή αυτισμού δηλ. το σύνδρομο Asperger, παλιότερα, δεν μπορούσε να χαρακτηριστεί αυτιστικό!
Στο αποτέλεσμα αυτό έχει βέβαια συντελέσει και η ευαισθητοποίηση των ειδικών, δηλαδή των παιδιάτρων, των εκπαιδευτικών, των ίδιων των γονιών που είναι πλέον περισσότερο υποψιασμένοι και έτσι ανιχνεύονται ευκολότερα και οι ήπιες ακόμη μορφές.
Και βέβαια να διευκρινίσουμε εδώ ότι συσχετισμός εμβολίων και ειδικά του ΜΜR εμβολίου, στην αύξηση του Αυτισμού έχει οριστικά αποσαφηνιστεί από την επιστήμη, αν και ακόμη αιωρείται στο διαδίκτυο σαν κακή και επικίνδυνη παραπληροφόρηση.
Όμως ας αναφέρουμε εδώ μερικά από τα ανησυχητικά εκείνα σημεία που πρέπει να ευαισθητοποιήσουν πέρα από τους παιδιάτρους και τους εκπαιδευτικούς, και τους ίδιους τους γονείς, ξεκινώντας από τις μικρές ακόμη ηλικίες:
- Όταν το βρέφος καθυστερήσει να χαμογελάσει (φυσιολογικά πρώτο – δεύτερο μήνα ζωής).
- Όταν δεν έχει καλή βλεμματική επαφή.
- Όταν δεν γυρίζει προς το γονιό όταν το καλεί με το όνομα του.
- Όταν δεν χρησιμοποιεί τον δείκτη του χεριού του να δείξει, ή να ζητήσει κάτι (φυσιολογικά από το 12ο μήνα ζωής).
- Όταν καθυστερήσει υπερβολικά να μιλήσει.
- Όταν δεν δείχνει ενδιαφέρον να επικοινωνήσει με αλλά παιδιά.
- Έλλειψη συναισθηματικών εκδηλώσεων.
- Περιορισμένες, επαναλαμβανόμενες συμπεριφορές, κινήσεις, ενδιαφέροντα με στερεοτυπικό και επαναλαμβανόμενο λόγο ή χρήση αντικειμένων.
- Υπερβολική, εκρηκτική αντίδραση και μη προσαρμογή σε αλλαγές και συνήθειες της καθημερινότητας.
Η έγκαιρη ανίχνευση είναι σημαντική γιατί αν ξεκινήσει στην ηλικία μεταξύ των δυο – τριών ετών το αργότερο, μεγάλο ποσοστό παιδιών θα έχει σαν αποτέλεσμα την πλήρη αποκατάσταση των διαταραχών!
Καθυστέρηση στην έναρξη της θεραπείας (που περιλαμβάνει ομάδα από ειδικούς εργοθεραπευτές, λογοθεραπευτές, ειδικούς παιδαγωγούς, ψυχολόγους) μειώνει το αποτέλεσμα, καθώς παγιώνονται οι συμπεριφορές και η δυσκοινωνικότητα και προκύπτουν μεγαλύτερες μαθησιακές δυσκολίες στην εκπαίδευση.
Και τέλος να επισημάνουμε πως παρά την αυξημένη ενημέρωση και ευαισθητοποίηση γύρω από τον αυτισμό, για πολλούς ακόμη και κυρίως για κάποιους γονείς, παραμένει ένα είδος “νόσημα – στίγμα“, εκδηλώνοντας άρνηση στην παραδοχή της διάγνωσης, αντίληψη βέβαια εγκληματική θα έλεγα, γιατί στερεί από τα παιδιά χρόνο ή ακόμη και την ίδια την ευκαιρία της παρέμβασης για αποκατάσταση!
—
* Το κείμενο της Παιδίατρου Άννα Παρδάλη δημοσιεύτηκε στο we24.gr