Τον έντονο προβληματισμό και την ανησυχία της εξέφρασε η παιδίατρος Άννα Παρδαλή σε επικοινωνία της με το Infokids.gr, αναφορικά με την “επέλαση” της μετάλλαξης Δέλτα του κορωνοϊού στην Ελλάδα και της μεγάλης διασποράς στα παιδιά. Όπως η παιδίατρος είπε, θα είναι δραματικό αν τα σχολεία χρειαστεί να κλείσουν για τρίτη συνεχόμενη χρονιά, ενώ τόνισε την ανάγκη να βάλουμε φρένο στη μεταδοτικότητα, τηρώντας τα μέτρα και κάνοντας τα εμβόλια, για τα οποία έχουμε πλέον επαρκή δεδομένα ως προς την ασφάλειά τους.

“Το φθινόπωρο που θα ξεκινήσουν και οι υπόλοιπες ιώσεις θα αντιληφθούμε πόσο πιο δύσκολο θα είναι να συνυπάρχει με τον κορωνοϊό και κάποιος άλλος αναπνευστικός ιός”, ξεκίνησε λέγοντας η παιδίατρος, η οποία αναφέρθηκε συγκεκριμένα στον σοβαρό ειδικά για τα μικρά παιδιά συγκυτιακός ιός (RSV), “ο οποίος περιέργως, αν και είναι χειμερινός ιός έχει ήδη αρχίσει να εμφανίζεται.” Προβληματίζονται, λοιπόν, οι παιδίατροι, μήπως εξαιτίας της Covid-19 έχει αλλάξει η κινητικότητα και των άλλων ιών, γιατί αν όντως συμβαίνει αυτό, και οι χειμερινοί ιοί εμφανίζονται νωρίτερα, “να μην εκπλαγούμε αν δούμε και την γρίπη πολύ πιο νωρίς από ό,τι συνήθως.”

Η κ. Παρδάλη συνέχισε λέγοντας: “Αυτό που μας ανησυχεί αρκετά, πέρα από το πρακτικό κομμάτι ότι αυτός ο ιός είναι πολύ μεταδοτικός άρα πρέπει να συνεχίσουν να τηρούνται τα μέτρα, είναι ότι σε μία τάξη ένα παιδί μπορεί να μολύνει πολύ εύκολα τα άλλα, άρα πολύ εύκολα θα κλείνουν και τα σχολεία. Αν αυτό συμβεί για τρίτη συνεχόμενη χρονιά, θα είναι εξαιρετικά οδυνηρό για το εκπαιδευτικό σύστημα και ακόμα πιο οδυνηρό για την ψυχοσυναισθηματική ανάπτυξη των παιδιών και ιδιαιτέρως τον μικρότερων ηλικιών που το σχολείο είναι ίσως το σημαντικότερο πλαίσιο κοινωνικοποίησής τους.

Φοβάμαι, λοιπόν, ότι τα σχολεία θα αρχίσουν να κλείνουν εξαιτίας της μεταδοτικότητας του ιού. Αν μπορεί να βρει ένα εμπόδιο ο ιός, σίγουρα αυτό θα είναι όταν υπάρχουν παιδιά εμβολιασμένα, ειδικά των μεγαλύτερων ηλικιών, οι έφηβοι, οι οποίοι συμμετέχουν πολύ στην κινητικότητά του”.

Η κ. Παρδάλη, απαντώντας σε όλους εκείνους τους γονείς που υποτιμώντας την πραγματική έκταση της διασποράς του κορωνοϊού, αναρωτιούνται πού έχουν χαθεί όλες οι υπόλοιπες ιώσεις αναφέρει: “Μας απασχολεί ιδιαίτερα το κομμάτι της συννοσηρότητας. Αυτό που έχουμε καταλάβει μέχρι στιγμής με αυτόν τον ιό είναι, ότι μπλέκεται απίστευτα με το ανοσοποιητικό. Και ότι όπου κάνει επιπλοκή, αυτή συμβαίνει περισσότερο σε οργανισμούς εξασθενημένους ή με κάποια άγνωστη ‘αδυναμία’. Αυτό σημαίνει, ότι αν συναντηθεί αργότερα η γρίπη με τον κορωνοϊό, επειδή είναι και οι δύο ιώσεις που εξαντλούν το ανοσοποιητικό, θα δούμε ενδεχομένως μία διαφορετική ανάγνωση της νοσηρότητας του ιού.

Ήδη έχουμε κάποια σπάνια μεν περιστατικά (και λέω σπάνια γιατί ακόμα είναι καλοκαίρι και δεν έχουμε τους ιούς του χειμώνα), ωστόσο έχουμε δει παιδιά στα οποία είχαν προηγηθεί ιώσεις του αναπνευστικού ή άλλες ιώσεις, όπως π.χ. κοξάκι, και όταν κόλλησαν Covid-19 (και μάλιστα νόσησαν πολύ πιο εύκολα γιατί ήταν ευάλωτα) έκαναν επιπλοκή στο καρδιαγγειακό τους σύστημα. Δεν ξέρουμε αν αυτό θα συνέβαινε, αν δεν είχε προηγηθεί κάποια άλλη ίωση. Τον χειμώνα, όμως, που όλα αυτά θα πολλαπλασιαστούν, δεν μπορώ να φανταστώ πώς θα είναι η εξέλιξη αυτών των περιπτώσεων. Και βέβαια, αν εγκατασταθούν τέτοιες επιδημίες, είναι δύσκολο να ανατρέψουμε τα δεδομένα.

Από την άλλη, η κάθε μετάλλαξη, από ό,τι φαίνεται, διαρκεί λίγους μήνες (περίπου 3-6). Με το άνοιγμα των σχολείων, επειδή θα υπάρχει ιικό φορτίο που είναι προϋπόθεση για τη μετάλλαξη ενός ιού, θα επισπεύσουμε, ενδεχομένως, νέες μεταλλάξεις. Και επειδή όσο απομακρυνόμαστε από τα αρχικά στελέχη τα εμβόλια μπορεί να είναι όλο και λιγότερο επαρκή, ενδέχεται να φτάσουμε στο σημείο μηδέν. Και τελικά να αχρηστευτεί όλη αυτή η τεράστια προσπάθεια που έχει γίνει από όλον τον πληθυσμό να χτίσουμε έναν τοίχο ανοσίας. Αν φτάσουμε στο σημείο μηδέν θα έχουμε ένα νέο στέλεχος. Οι μεταλλάξεις είναι τυχαία γεγονότα και οι νέοι ιοί (στελέχη) που επικρατούν άλλες φορές είναι πιο ήπιοι (και αυτό είναι το αισιόδοξο σενάριο) και άλλες είναι αρκετά πιο δυνατοί και διεισδυτικοί. Στην περίπτωση αυτή δεν μπορώ να φανταστώ τη συνέχεια…

Για όλα αυτά, λοιπόν, όσο πιο πολύ καθυστερήσουμε μια νέα μετάλλαξη και όσο λιγότερα παιδιά νοσήσουν, τόσο λιγότερα σχολεία θα κλείσουν και τόσο μειωμένη θα είναι η μεταφορά του ιικού φορτίου στους ευπαθείς και ευάλωτους.

Ευτυχώς μέχρι τώρα, στα παιδιά παραμένουν σπάνιες οι επιπλοκές. Θα θυμίσω, όμως, ότι έχουμε ήδη χάσει τρία παιδιά στην Ελλάδα. Κάθε απώλεια ζωής είναι σημαντική, όμως δεν υπάρχει χώρος για την απώλεια ή την πολύ σοβαρή νόσηση κανενός παιδιού.

Οι άλλες ιώσεις που όπως λένε ‘εξαφανίστηκαν’ έχουν πολύ μικρότερη μεταδοτικότητα από τον κορωνοϊό, ο οποίος ανήκει στους ιούς με τη μεγαλύτερη μεταδοτικότητα. Ωστόσο, δεν έχουν πραγματικά εξαφανιστεί οι ιώσεις, αφού με το άνοιγμα των σχολείων και την απόσυρση των lockdown την περασμένη Άνοιξη είδαμε ξανά ιώσεις -και μάλιστα το παράδοξο πολλών περιστατικών του ιού RSV, τον οποίο συνήθως είχαμε από τα τέλη Νοέμβρη. Με το άνοιγμα, μετά το lockdown, είδαμε να επιστρέφουν ιώσεις ‘φυλακισμένες’.

Αναφορικά με τον εμβολιασμό των παιδιών άνω των 12 ετών, η κ. Παρδάλη ενημερώνει τους γονείς, ότι “Από Σεπτέμβριο, το εμβόλιο που προορίζεται για τα παιδιά αναμένεται να πάρει πλήρη αδειοδότηση. Για να καταλάβουμε τι σημαίνει αυτό, αρκεί να σκεφτούμε, ότι οποιοδήποτε άλλο εμβόλιο είχε πάρει μέχρι τώρα πλήρη αδειοδότηση, είχε πολύ μικρότερο αριθμό δοκιμών. Αυτό θα είναι ίσως το πρώτο εμβόλιο στην ιστορία των εμβολίων που έχει δοκιμαστεί σε τόσο μεγάλο αριθμό όχι μόνο ενηλίκων αλλά και παιδιών, άνω των 12 ετών τουλάχιστον. Γίνονται μελέτες και σε μικρότερα παιδιά, αλλά δεν επαρκούν ακόμα για την αδειοδότησή του.

Όσο μεγαλώνει το δείγμα των ανθρώπων που παίρνουν το εμβόλιο, θα μπορούν να καταγράφονται και οι σπάνιες επιπλοκές. Αυτό είναι κάτι που συμβαίνει σε ΟΛΑ τα φάρμακα, εμβόλια ή σκευάσματα που υπάρχουν. Είναι κάτι αναπόφευκτο. Όμως πάντα ζυγίζουμε το όφελος. Και το όφελος, τόσο σε ατομικό επίπεδο, για την υγεία των παιδιών, όσο και για την κοινωνία, είναι εξαιρετικά μεγαλύτερο”.

Στην τελευταία κουβέντα μας με την κ. Παρδάλη, η ίδια είχε προτείνει να εμβολιαστούν σε πρώτη φάση μόνο τα παιδιά με υποκείμενα ή χρόνια νοσήματα. “Πλέον, όμως, έχει περάσει ένα διάστημα που έχουμε όλο και περισσότερα δεδομένα. Και όσο περισσότερα δεδομένα έχουμε, τόσο πιο σίγουροι μπορούμε να είμαστε, ότι ο εμβολιασμός είναι κάτι που έχει ακόμα πιο ασφαλές προφίλ σε σχέση με τα δεδομένα που είχαμε π.χ. 2 μήνες πριν. Είδαμε, λοιπόν, ότι οι σπάνιες επιπλοκές είναι ακόμα πιο σπάνιες από ό,τι φοβόμασταν και ότι θα πρέπει να τεθεί σοβαρά επί τάπητος για το σύνολο των παιδιών ο εμβολιασμός -τουλάχιστον των παιδιών, για τα οποία υπάρχει έγκριση από τις αρμόδιες επιστημονικές αρχές.”

“Νομίζω ότι η επιτροπή εμβολιασμών φέτος θα συζητήσει το θέμα του καθολικού εμβολιασμού των παιδιών κατά της γρίπης -αυτή είναι η αίσθησή μου, αλλά μένει να το δούμε ανάλογα με τα δεδομένα.

Για παιδιά μικρότερα, π.χ. κάτω των 6 ετών, θα έλεγα ότι μία συμβουλή είναι να αναρρώνουν πλήρως από ό,τι τα ταλαιπωρεί στο σπίτι. Η καλή διατροφή θα πρέπει να είναι στο στόχαστρο σαν μια διαχρονική αξία, όμως το πιο αποτελεσματικό από όλα είναι, όταν ένα παιδί νοσεί να αναρρώνει σωστά και πλήρως. Να μην επιστρέφει στο σχολείο ενώ είναι ακόμα εξασθενημένο -δεν είναι μοναδικό σημάδι το τέλος του πυρετού, το παιδί πρέπει να έχει επανέλθει στην πρότερη κατάστασή του. Γιατί ο κορωνοϊός περιμένει έναν εξασθενημένο οργανισμό για να δείξει πόσο δυνατός είναι. Όλα τα χρόνια που δίνω αυτή τη συμβουλή, όσα παιδιά έχουν τον χρόνο να αναρρώσουν πλήρως, είχαν πολύ καλύτερη πορεία στα δύσκολα χρόνια που δοκιμάζεται το ανοσοποιητικό τους. Πολύ περισσότερο με έναν ιό που δεν ξέρουμε ποια θα είναι η επόμενη μετάλλαξή του, δηλαδή το επόμενο πρόσωπό του.”

_________

* Το κείμενο της Παιδίατρου Άννας Παρδάλη MD, MSc δημοσιεύτηκε στο infokids.gr